Αναρτήθηκε από: chairephanes | 31 Ιανουαρίου, 2012

Στην Αμερική…

Αναρτήθηκε από: chairephanes | 29 Μαΐου, 2010

Χρεωκοπία…

Καθώς φαίνεται, πάμε δυστυχώς κατά εκεί ολοταχώς και οι συνέπειες των νέων μέτρων θα είναι ακόμη πιο δυσβάστακτες, όχι μόνο κοινωνικά. Τα αρχαία αναμένεται να υποφέρουν ακόμη περισσότερο από την δυσπραγία. Πέρα από τα στερεότυπα, πλην όμως αληθινά, περί «αχαλίνωτου καπιταλισμού», «επέλασης του κεφαλαίου» κλπ., ο κίνδυνος της εμπορευματοποίησης της πολιτισμικής μας κληρονομιάς είναι πλέον πάρα πολύ μεγάλος. Μπροστά στην ανάγκη εξεύρεσης χρημάτων για τα κρατικά ταμεία, οι πιέσεις για παραχώρηση μνημείων για διαφημίσεις, κοινωνικές εκδηλώσεις, θα ενταθούν στον μέγιστο πια βαθμό. Μάλλον στα χνάρια της Ιταλίας του Μπερλουσκόνι θα βαδίσει η Ελλάδα, όπου πολλά μνημεία εκμισθώνονται σε ιδιώτες για μακρές περιόδους (π.χ. οι ναοί στον Ακράγαντα επί 30ετία!!!). Δεν είναι καθόλου απίθανο να δούμε και εδὠ διοργάνωση πολυτελών γευμάτων σε αρχαιολογικούς χώρους, όπως συμβαίνει ήδη στην Τουρκία και –αν δεν με απατάει η μνήμη μου – συνέβη και στην Αγορά της Αθήνας, όταν ζήτησε τον χώρο η Vodafone («Μιλάτε… Σας Ακούμε!!!!»).

Οι εργολάβοι αναμένεται πλέον να εδραιωθούν ως καθεστώς, καθώς οι ανασκαφές πλέον θα χρηματοδοτούνται είτε από τους ίδιους είτε από τους οικοπεδούχους. Οι Εφορείες όμως θα ξυπνήσουν για να καταλάβουν ότι έχουν την δύναμη να τους βάλουν χαλινάρι; Ή θα συνεχιστούν τα ήδη πολλά κρούσματα ανασφάλιστης ή / και κακοπληρωμένης εργασίας των αρχαιολόγων; Πρέπει επιτέλους να γίνει κατανοητό ότι δεν γίνεται να αφήνεται ο έκτακτος αρχαιολόγος να κανονίζει με τον εργολάβο ή τον οικοπεδούχο τα του μισθού του ερήμην της Εφορείας. Διαφορετικά θα φτάσουμε στο σημείο Έφοροι να νίπτουν τας χείρας τους σε κακοπληρωμένους συναδέλφους, ευχόμενοι απλά σε αυτούς «καλή τύχη στη συνέχεια». Οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά γεγονότα είναι απλώς συμπτωματική…

Άραγε τί γίνεται με τα ευρήματα και την τήρηση των γενικών αρχών της ανασκαφικής έρευνας, όταν ήδη νέοι συνάδελφοι προσλαμβάνονται από εργολάβους χωρίς καν την υπόδειξη των αρμόδιων Εφορειών; Είναι δυνατόν να υποχωρεί η Εφορεία στο θέμα της επιλογής των αρχαιολόγων, επειδή «δεν τους θέλει ο εργολάβος»; Ποιούς κρίνει καλούς ο εργολάβος άραγε; Αυτούς που «ξεπετάνε» την ανασκαφή στο έργο του ή αυτούς που δουλεύουν συστηματικά αρχαιολογικά; Ποιός εγγυάται ότι τα ευρήματα θα μεταφέρονται στο εκάστοτε Αρχαιολογικό Μουσείο, αντί να καταλήγουν σε μεγάλες δημοπρασίες του εξωτερικού;
Και εδώ η ομοιότητα με την πραγματικότητα είναι εξόφθαλμη, πάνω από όλα όμως -και πάλι – συμπτωματική…
Ισχύει άραγε ότι υπάρχουν ήδη «στρατιές» αρχαιολόγων που σκάβουν ερήμην της Εφορείας – άρα λαθραία ουσιαστικά – στα πλαίσια διαφόρων τεχνικών έργων μεγάλων φορέων (φυσικό αέριο, ΜΕΤΡΟ κλπ.);

Παρ’ όλα αυτά η κρίση είναι η ευκαιρία να σταματήσει και το παραμύθι των «πάγιων και διαρκών αναγκών» που καλύπτουν νέοι συνάδελφοι, οι οποίοι με 1-2 συμβάσεις απαιτούν άμεση μονιμοποίηση άνευ όρων στο δημόσιο. Το ότι διατυπώνεται το συγκεκριμένο αίτημα, ώστε «να μπούν όσο περισσότεροι γίνεται» είναι βαρύτατη αστοχία. Προπάντων όταν διατυπώνεται από συναδέλφους, που δεν αντιλαμβάνονται την ισοπέδωση που θα επέφερε κάτι τέτοιο, η οποία σε τελική ανάλυση θα απέβαινε εις βάρος τους.

Είναι τραγικό ότι έπρεπε να φθάσουμε σε τόσο έσχατο σημείο. Δυστυχώς, η χρεωκοπία έχει επέλθει ήδη εδώ και μερικές δεκαετίες, στο βασικότερο επίπεδο, αυτό της νοοτροπίας.

Αναρτήθηκε από: chairephanes | 27 Ιουλίου, 2009

Αρχαιολογικές σπουδές στην Ελλάδα. Μερικές σκέψεις.

Επίκειται και πάλι μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος με στόχο την αναβάθμιση των σπουδών και των πανεπιστημίων, την κατάργηση της παπαγαλίας και άλλα όμορφα και μεγαλόστομα.

Από εκεί που δίναμε οι της δικής μου «σειράς» με τις επάρατες Δέσμες, με τα τέσσερα μαθήματα και την εξωφρενική αποστήθιση των πάντων – από μεταφράσεις κειμένων μέχρι ολόκληρο το ανεκδιήγητο γκρίζο βιβλίο της Ιστορίας για εμάς της Τρίτης Δέσμης – πήγαμε έπειτα στα 13 και κατόπιν στα 9 μαθήματα για κάθε Κατεύθυνση / Δέσμη, για να επιτευχθούν, υποτίθεται, οι παραπάνω στόχοι.  Τώρα πάμε πάλι σε μείωση μαθημάτων και, ενδεχομένως, κατάργηση των εξετάσεων εισαγωγής στα Πανεπιστήμια.

Με δεδομένες την επιτυχία όλων των προηγουμένων επεμβάσεων στην εκπαίδευση αφ’ ενός, και την δεδηλωμένη πολιτική βούληση της κυβέρνησης να μας μεταρρυθμίζει αφ’ ετέρου, προλειαίνεται ήδη από τώρα ο δρόμος για την επόμενη μεταρρύθμιση, που θα στεφθεί και αυτή από απόλυτη επιτυχία, και ούτω καθ’ εξής.

Ως αποτέλεσμα όλων αυτών, το Ελληνικό Πανεπιστήμιο, νοσεί βαρύτατα. Ειδικότερα, στα Αρχαιολογικά τμήματα εισάγονται φοιτητές χωρίς να έχουν εμπεδώσει τις βασικές, έστω, γνώσεις αρχαίων ελληνικών και ιστορίας (κατά κανόνα) και να μπορούν να σκεφτούν πέρα από το σύγγραμμα που δίνεται συνήθως για κάθε μάθημα.

Κανένα σχολείο και κανένα φροντιστήριο άλλωστε δεν κοιτάζει να ξεφύγει ούτε κατ’ ελάχιστο από τις ηλίθιες προδιαγραφές που έχει θέσει το Υπουργείο Παιδείας. Έτσι,  για τον Επιτάφιο του Θουκυδίδη, τόσο στα σχολεία, όσο και στα φροντιστήρια, δινόταν μια νεοελληνική απόδοση, φοβερά «τεχνητή» δεδομένης της συνθετότητας της έκφρασης του μεγάλου Αλιμουσίου. Για το περίφημο «αντίστροφο», την μετάφραση δηλαδή από τα Νέα στα Αρχαία Ελληνικά ούτε λόγος. Έλαβα κάποτε επιστολή από φίλους Γερμανούς, γραμμένη σε καλά αρχαία ελληνικά και έπεσα από τα σύννεφα.

Γνωρίζω μόνο μια φωτεινή εξαίρεση, όπου πολύ γνωστός επιγραφικός έκανε Αρχαία Ελληνικά στους μαθητές του χρησιμοποιώντας ως ύλη παπύρους και επιγραφές, παράλληλα με τα κείμενα. Είναι ο μόνος τρόπος για να σταματήσουν τα  Αρχαία Ελληνικά να τρομάζουν τα παιδιά, ιδίως όταν ο Διογένης και ο Μουσαίος κυκλοφορούν πλέον ανάμεσά μας  🙂

Γνώμη μου είναι ότι το προκαταρκτικό έτος, που έχει προταθεί να εφαρμοστεί για κάθε σχολή, θα είχε προοπτικές εφαρμογής μόνον εάν σταμάταγε επιτέλους η μάστιγα του «δημοκρατικού 5», που εξακολουθεί δυστυχώς να υπάρχει. Θα προτιμούσα να κάνει κάθε Αρχαιολογικό Τμήμα τις δικές του εξετάσεις (γραπτές και προφορικές), με κοινή, εννοείται, «ύλη». Μόνο τότε, θα επιτυγχανόταν η αποδέσμευση του Πανεπιστημίου από το Λύκειο.

Αυτά για την προετοιμασία των φοιτητών αρχαιολογίας. Ένα μείζον θέμα είναι η αναδιοργάνωση του εγκυκλίου προγράμματος των αρχαιολογικών σπουδών.

Μέχρι στιγμής τα μαθήματα και τα σεμινάρια είναι αποσπασματικά, ατάκτως ερριμμένα μέσα στο πρόγραμμα και σπάνια σχετιζόμενα μεταξύ τους. Τι να την κάνω, παραδείγματος χάριν, την Αρχαϊκή Πλαστική χωρίς το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιό της; Θα έπρεπε επιτέλους να εισαχθούν και εδώ τα Blockseminare της Εσπερίας, προκειμένου να υπάρξει μια συνοχή των μαθημάτων στο εγκύκλιο πρόγραμμα. Ως εκ τούτου, μεγάλη έμφαση πρέπει να δοθεί στα φιλολογικά και τα ιστορικά μαθήματα, και φυσικά στην Επιγραφική.

Στο πρόγραμμα θα έπρεπε να κυριαρχούν τα σεμινάρια, τα μαθήματα για τα οποία εκπονείται υποχρεωτική γραπτή εργασία, ώστε ο φοιτητής να μάθει να δομεί και να εκφράζει σωστά τον επιστημονικό του προβληματισμό.  Τα μαθήματα (με εξετάσεις), αντίθετα, πρέπει να περιοριστούν σε αυτά που αφορούν σε βασικές γνώσεις.  Στο τέλος των σπουδών πρέπει οι φοιτητές να εξετάζονται εφ’όλης της ύλης, όπως τον παλιό καλό καιρό. Οι δε εξετάσεις πρέπει να είναι προφορικές, καθώς μόνο αυτές δείχνουν ποιός έχει διαβάσει σωστά. Τα μαργαριτάρια που αλιεύονται εσχάτως στις γραπτές εξετάσεις θα γέμιζαν ένα ολόκληρο αμφιθέατρο του «μεγαλοπρεπούς» κτηρίου της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών.

Α, και ξέχασα το βασικότερο, καθηγητές υπεύθυνους και έτοιμους να συνεργαστούν, όχι καθηγητές – υπαλλήλους.

Βλέπω πολλά όνειρα αυτές τις ζεστές, θα έλεγα καυτές, θερινές νύχτες 🙂

Ελπίζω να με συγχωρήσετε και να καταθέσετε τις σκέψεις και τον προβληματισμό σας.

Ενημέρωση κατόπιν σκέψεως και συζητήσεως:

Η βαρύτητα του μαθήματος της ανασκαφικής πρακτικής πρέπει να αυξηθεί πολύ στο πρόγραμμα των σπουδών κάθε Αρχαιολογικού Τμήματος, που θέλει να φέρει και να δικαιολογει αυτόν τον τίτλο. Δεν αρκούν μερικές εβδομάδες σε μία οποιαδήποτε, καλή ή κακή, πανεπιστημιακή ανασκαφή για να περάσει κανείς το σχετικό μάθημα, που υπάρχει είτε ανεξάρτητο είτε συγχωνευμένο με άλλα θεωρητικά αρχαιολογικά.

Πάνω από όλα όμως είναι απαραίτητο να καθοριστούν κάποιες ελάχιστες αρχές για τον τρόπο με τον οποίο διεξάγονται οι ανασκαφές στην Ελλάδα, και αυτό θα μπορούσε στην ιδανική περίπτωση να συμβεί εάν τα Αρχαιολογικά Τμήματα κάθονταν στο ίδιο τραπέζι με την Αρχαιολογική Υπηρεσία και τις Ξένες Σχολές για να συζητήσουν, να ανταλλάξουν εμπειρία και τεχνογνωσία, αφήνοντας κατά μέρος φιλοδοξίες, αμοιβαία καχυποψία και άλλα τόσα χαρακτηριστικά της, εντός και εκτός εισαγωγικών, ανθρωπιστικής επιστήμης της Αρχαιολογίας.

Συζητώντας πρόσφατα τα παραπάνω, άκουσα την πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα, σε ανασκαφές, τις οποίες πληρώνουν οι ιδιοκτήτες και οι εργολάβοι, να προσλαμβάνονται φοιτητές Αρχαιολογίας ως εργατικό προσωπικό. Αυτό θα αντιστοιχεί στο παλαιό ΕΠΕΑΕΚ, όπου φοιτητές στέλνονταν σε διάφορες ανασκαφές και παρακολουθούσαν ή μετείχαν κιόλας.

Έτσι οι φοιτητές θα έρχονταν σε επαφή με τις πραγματικές συνθήκες διεξαγωγής των ανασκαφών στην Ελλάδα, αλλά και με το υλικό.

Η δική μου ένσταση σε αυτήν την πρόταση έχει να κάνει κυρίως με την ασφάλιση των εργαζομένων φοιτητών. Τί θα συμβεί δηλαδή εάν κάποιος φοιτητής πάθει κάτι και από ποιόν ασφαλιστικό φορέα θα καλυφθεί; Εφόσον το Πανεπιστήμιο παρέχει μια ελάχιστη ασφαλιστική κάλυψη στους φοιτητές του, θα μπορούσε να αναλαμβάνει εκείνο την ασφάλιση όσων φοιτητών δουλεύουν στα Έργα. Αν όμως υπάρξει κάποιο σοβαρό ατύχημα, τί θα συμβεί; Το παρόν πλαίσιο, που έχει θιγεί εν μέρει στην πρώτη ανάρτηση αυτού του ιστολογίου, θα επέτρεπε δύσκολα κάτι τέτοιο.

Πολύ περισσότερο, ποιός εγγυάται, ότι ο κάθε συνάδελφος που διευθύνει την κάθε ανασκαφή, θα ακολουθεί μια σωστή ανασκαφική πρακτική;

Και ακόμη περισσότερο, με το υφιστάμενο πλαίσιο, ποιός προϊστάμενος θα ελέγξει τα πράγματα, όπως πρέπει, και θα δώσει κατευθύνσεις;

Όπως πολύ εύστοχα παρατηρήθηκε σε άλλο ιστολόγιο, το δάσος της αρχαιολογικής επιστήμης έχει κατακαεί.

Παρ΄όλα αυτά, βρίσκω αυτήν την ιδέα γενικά σωστή και με την διασφάλιση των απαραίτητων πλαισίων εφαρμόσιμη.

Θα ήθελα να δω κάτι τέτοιο στις ανασκαφές του ΜΕΤΡΟ στην Θεσσαλονίκη, όπου μάλιστα το Πανεπιστήμιο θα μπορούσε να συμμετάσχει και στην δημοσίευση του υλικού.

Ένα καλό παράδειγμα συνεργασίας Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και Πανεπιστημίου είναι η αρχαιολογική έρευνα στην περιοχή της Μαγνησίας, όπου το Αρχαιολογικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας συνεργάζεται πολύ καλά με την αρμόδια Εφορεία.

Αυτό που χρειάζεται για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο είναι άνθρωποι ικανοί, ευσυνείδητοι και καλοί επιστήμονες, οι οποίοι θα προστατεύουν τον θεσμό που υπηρετούν.

Αναρτήθηκε από: chairephanes | 22 Μαΐου, 2009

Αρχαιολογία ή αρχαιολογία;

Η Αρχαιολογία δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα δημοφιλής στην Ελλάδα, αν και αποτέλεσε τον πυλώνα της διαμόρφωσης της νεοελληνικής ταυτότητας. Πάντοτε εθεωρείτο η τροχοπέδη στην «ανάπτυξη» (ποιά;;;;) του τόπου.

Παρ’ όλα αυτά η Αρχαιολογική Υπηρεσία, ο κατ’ εξοχήν αρμόδιος φορέας για την διάσωση και προστασία των αρχαίων, στελεχωνόταν από επιστήμονες ικανούς και προπάντων μαχητικούς για την υπεράσπιση των αρχαίων. Προκειμένου να διασώσουν και να υπερασπίσουν τα αρχαία, οι άνθρωποι αυτοί ήταν διατεθειμένοι να έρθουν σε ρήξεις με τους τοπικούς άρχοντες και τα κάθε είδους επιχειρηματικά, συμφέροντα, τα οποία εμπόδιζαν το αρχαιολογικό έργο.

Αυτή τη στιγμή η Αρχαιολογία στην Ελλάδα έχει χάσει το κεφαλαίο αρχικό της γράμμα, αυτό που δήλωνε ότι πρόκειται για επιστήμη και συνάμα λειτούργημα, και έχει μετατραπεί σε «αρχαιολογία» – δηλαδή ένα απλό επάγγελμα σαν όλα τα άλλα  και δυστυχώς πολύ φοβάμαι ότι πνέει τα λοίσθια. Οι αιτίες είναι πολλές και θα συζητηθούν ξεχωριστά σε επόμενες αναρτήσεις.

Κατ’ αρχήν θα αναφερθώ στο σημερινό εργασιακό καθεστώς των Αρχαιολόγων.

Ως γνωστόν, οι Αρχαιολόγοι προσλαμβάνονταν αρχικά μέσω αυστηρών διαγωνισμών του Υπουργείου Πολιτισμού και έπειτα, το 2003, μέσω του διαγωνισμού του ΑΣΕΠ, μιας διαδικασίας που παρά τα όσα – σημαντικά –  αρνητικά και τρωτά της σημεία, οδηγούσε τουλάχιστον στην είσοδο καταρτισμένων επιστημόνων στην Αρχαιολογική Υπηρεσία.

Πέραν όμως των διαγωνισμών, υπήρξαν τα τελευταία 20 χρόνια 2 μεγάλα κύματα μονιμοποίησης προσωπικού με μόνο και αποκλειστικό κριτήριο την προϋπηρεσία. Δεν αμφιβάλλω σε καμία περίπτωση ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο προσελήφθησαν άτομα έμπειρα και ικανά, τα οποία εργάζονταν για πολλά χρόνια. Μαζί τους όμως μπήκαν στην Υπηρεσία – και το ποσοστό τους είναι μεγάλο – άτομα τα οποία βολεύτηκαν απλώς στο δημόσιο και τα οποία δεν δίστασαν να προσκομίσουν για το σκοπό αυτό ακόμη και πλαστά δικαιολογητικά, που τεκμηρίωναν είτε μεγάλη προϋπηρεσία είτε αναπηρία.

Και εμείς οι νέοι Αρχαιολόγοι; Καθώς είναι πλέον εμφανές ότι η εποχή των διαγωνισμών παρήλθε (ανεπιστρεπτί άραγε; ), εμείς δουλεύουμε, «χάρη» στο περίφημο διάταγμα Παυλόπουλου 24 μήνες επί συμβάσει στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, και έπειτα μόνο ιδιωτικά, δηλ. σε εργολάβους και, το χειρότερο από όλα, σε ιδιοκτήτες οικοπέδων.

Το εργασιακό καθεστώς αυτό είναι από κάθε άποψη εφιαλτικό. Εφιαλτικό για έναν άνθρωπο που σπούδασε και σπουδάζει μια επιστήμη για να επιτελέσει το λειτούργημα του Αρχαιολόγου και που δουλεύει με όρεξη πάνω σε αυτό που σπούδασε, για να το δει έπειτα να κατασπαράσσεται από τους εκσκαφείς του εργολάβου και τις συνεχείς κρούσεις του για χρηματισμό, που συνήθως συνοδεύονται από ένα «καφεδάκι» και διάφορα άλλα «δωράκια» ή, σε περίπτωση που ο αρχαιολόγος αρνηθεί να ενδώσει,  από άλλου είδους εκβιασμούς.

Εφιαλτικότερο όμως είναι το να προσλαμβάνεται ο Αρχαιολόγος από τον ιδιοκτήτη. Πέρα από όλα τα παραπάνω, ο ιδιοκτήτης θεωρεί συνήθως τον Αρχαιολόγο υπάλληλό του, αφού στο κάτω-κάτω τον πληρώνει κιόλας. Επειδή δε συνήθως οι ιδιοκτήτες δεν έχουν την ίδια οικονομική επιφάνεια με έναν εργολάβο, δεν ασφαλίζουν ούτε τον Αρχαιολόγο ούτε τους εργάτες. Πολλές φορές μάλιστα δεν τον πληρώνουν ούτε καν σύμφωνα  με τα προβλεπόμενα από τον νόμο.

Το πιο εξωφρενικό και εφιαλτικότερο όλων είναι ότι αυτή η πρακτική έχει πλέον παγιωθεί, και αν δεν προωθείται κιόλας, γίνεται τουλάχιστον ανεκτή, από μονίμους Αρχαιολόγους της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, που τυρβάζουν περί άλλα και ανέχονται να υποσκάπτεται ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ.

Περιττό βέβαια να αναφερθεί ότι συχνά Αρχαιολόγοι της Υπηρεσίας είτε αδιαφορούν είτε κάνουν ακόμη και ντίλι με εργολάβους και ιδιοκτήτες για να περικοπούν ένσημα και μισθοί των νέων συναδέλφων.

Άραγε ο ρόλος του νέου Αρχαιολόγου που δουλεύει σε αυτό το καθεστώς είναι:

  • Να κάνει τα στραβά μάτια και να καταστρέφει Αρχαία;
  • Να είναι ο δούλος του ιδιοκτήτη ή του εργολάβου και να φροντίζει να τα έχει μαζί του πάντα καλά;
  • Να ανέχεται τους εξευτελιστικούς εκβιασμούς του κάθε οικοπεδούχου ή εργολάβου;
  • Να γίνει λογιστής για τις ιστορίες με το ΙΚΑ, τα ένσημα και τα μισθολογικά; Δεν έχω καμία αντίρρηση ότι είναι απαραίτητο να ξέρει κανείς τα δικαιώματα (αλλά και τις υποχρεώσεις του φυσικά) μέχρι το τελευταίο γράμμα, αλλά αυτή η κατάσταση είναι αδιανόητη.

Ή μήπως τελικά είναι καλύτερο να αλλάξει επάγγελμα;

Αυτό το καθεστώς όμως βάζει και ένα πολύ σημαντικότερο ζήτημα. Σε μια δουλειά που υπάρχει εκ των πραγμάτων ιεραρχία, όπου δηλαδή ο Αρχαιολόγος καθοδηγεί τους εργάτες, εξισώνεται τελικά με αυτούς.

Όσο ακόμη η δουλειά του Αρχαιολόγου θα είναι να ανακαλύπτει, να σώζει αρχαία και πρωτίστως να τα δημοσιεύει, το καθεστώς αυτό δεν μπορεί να υπάρχει.

Εσχάτως, έχουν ανακύψει και αρχαιολόγοι, εργαζόμενοι με δελτίο παροχής υπηρεσιών και άρα υποαμειβόμενοι και ανασφάλιστοι. Το δελτίο παροχής μάλιστα προωθείται από συγκεκριμένους φορείς δήθεν ως λύση στο αντικειμενικό πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί από το διάταγμα του Παυλόπουλου για τους συμβασιούχους. Όμως πού και σε ποιόν παρέχει «υπηρεσίες» ο Αρχαιολόγος που εργάζεται σε ένα τέτοιο καθεστώς;

Οι αγαπητοί και πάντα σεβαστοί μόνιμοι συνάδελφοι θα έπρεπε να αναλογιστούν πολλαπλά τις συνέπειες της στάσης τους στα ζητήματα αυτά, πριν αλλάξουν πλευρό για μια ακόμη φορά στον ύπνο του δικαίου και της μονιμότητας .

Το ζήτημα της στάσης ημών των νέων συναδέλφων απέναντι σε όλα αυτά, έχει πάρα πολλές πτυχές και θα τεθεί σε σειρά επόμενων αναρτήσεων. Επιφυλασσόμεθα.

Το μόνο που έχω να πω είναι ότι δεν είμαστε /είναι καθόλου άμοιροι ευθυνών.

Kατηγορίες